Ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Σπύρος Μελάς και ο φασισμός

Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από το άρθρο του Κώστα Λουλουδάκη (Ιουλιανού), Περί Φασισμού και Δυσάρεστων Αναμνήσεων στον Ημεροδρόμο τον Ιούλιο του 2017. Ο τίτλος στην ανάρτηση που ακολουθεί είναι δικός μας.

«[…] Με μεγάλη διαύγεια ο Μπέρτολντ Μπρεχτ είχε επισημάνει: «Η ιστορία της ανθρώπινης διανόησης παρουσιάζει μεγάλες περιόδους μερικής ή ολικής πνευματικής στειρότητας, παραδείγματα τρομακτικών οπισθοδρομήσεων και μαρασμού. Με κατάλληλα μέσα μπορεί να οργανωθεί η βραδύνοια σε μεγάλη έκταση. Κάτω από ορισμένες συνθήκες, ο άνθρωπος είναι σε θέση να μάθει το ίδιο καλά ότι δύο επί δύο κάνει πέντε, και όχι τέσσερα. Ο Άγγλος φιλόσοφος Χομπς είπε ήδη στο 17ο αιώνα: «Αν το θεώρημα, ότι το άθροισμα των γωνιών ενός τριγώνου ισούται με δύο ορθές, αντιστρατευόταν τα συμφέροντα των εμπόρων, οι έμποροι θα έβαζαν αμέσως να καούν όλα τα βιβλία της Γεωμετρίας». (Μπέρτολντ Μπρεχτ «Για την τέχνη και την πολιτική»).

Ας θυμηθούμε δυο τέτοιους διανοούμενους: τον έναν τον έλεγαν Σπύρο Μελά και τον άλλο Νίκο Καζαντζάκη. Οι δυο τους νοίκιαζαν την πένα και την ευφυΐα τους στην εφημερίδα «Καθημερινή», η οποία από την πρώτη στιγμή είχε μια συνεπή ιδεολογική ταύτιση με την φασιστική ταυτότητα του Μεταξικού καθεστώτος, και πανηγύριζε για τις επιτυχίες του Φράνκο και των φασιστών του, ενώ ταυτόχρονα στηλίτευε τον «κομμουνιστικό όχλο».

Δεν έγραφε τυχαία το 1941 ο εκδότης της «Καθημερινής» Γεώργιος Βλάχος την «Ανοικτή επιστολή» του προς «την Αυτού Εξοχότης τον κ. Α. Χίτλερ, Αρχικαγκελλάριον του Γερμανικού Κράτους» ανάμεσα σε άλλα τα εξής: «[…] Δεν πιστεύομεν ὅτι στρατὸς μὲ ἱστορίαν καὶ μὲ παράδοσιν -αὐτὸ καὶ οἱ ἐχθροί του δὲν τὸ ἀρνοῦνται- θὰ θελήση νὰ κηλιδωθῆ διὰ μιᾶς πράξεως παναθλίας. Δὲν πιστεύομεν ὅτι ἕνα Κράτος πάνοπλον, ὀγδοήκοντα πέντε ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων, μαχόμενον διὰ νὰ δημιουργήση εἰς τὸν Κόσμον «νέαν τάξιν πραγμάτων» -τάξιν, φανταζόμεθα, ἀρετῆς- θὰ ζητήση νὰ πλευροκοπήση ἕνα Ἔθνος μικρόν, ποῦ ἀγωνίζεται ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας του, μαχόμενον πρὸς μίαν Αὐτοκρατορίαν (σ.σ Ιταλία) σαράντα πέντε ἑκατομμυρίων».

Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένα ιδεολογικό ζήτημα περί της φύσης του φασισμού, ο οποίος άλλωστε, σύμφωνα με τον Βλάχο, μάχεται «διὰ να δημιουργήση εις τον Κόσμον «νέαν τάξιν πραγμάτων» -τάξιν, φανταζόμεθα, αρετής» και εκλιπαρεί την Αυτού φασιστική Εξοχότης του Αδόλφου Χίτλερ να μην «ἐπιχειρήσει να εισβάλει εις την Ελλάδα», μάλλον γιατί η χώρα έχει πλεόνασμα αρετής, που δεν διέθετε ο υπόλοιπος κόσμος, άρα ήταν δουλειά του φασισμού να την εγκαθιδρύσει.

Ας γυρίσουμε, όμως, στους διανοούμενους και ας δούμε τα πράγματα από την οπτική γωνία τους, η οποία αναμφισβήτητα αναπτύχθηκε με το αζημίωτο, καθώς ο φασιστικός προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μεταξά ευχαρίστως χρησιμοποίησε τις πένες τους.

Ο συγγραφέας, ακαδημαϊκός και ιδρυτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ, Σπύρος Μελάς, για τον οποίο ο φασίστας Φράνκο είναι «μια Θρησκεία μια πίστις» περιγράφει τους φρικαλέους αριστερούς στην «Καθημερινή» στις 7-5-1939 με τα εξής λόγια: «Ένα πρωί στην επαναστατημένη Μαδρίτη […] παρουσιάστηκε ξαφνικά ένας τύπος απίθανος: πίσω από ένα ρούσσικο τανκς ένα κεφάλι εβαιοασιάτου, εβραιομογγόλου […]. Ήταν σαν άλλος Διόνυσος των Ερυθρών- μέγας επιστημών της σαδιστικής ηδονής, επάνω στο σύγχρονο άρμα του ολέθρου. Και πίσω του ακολουθούσαν συμπλέγματα Μαινάδων και Σατύρων οι ερυθρές μιντινέτες, ξεφρενιασμένες, διψασμένες για αίμα, τραγουδώντας την Διεθνή…» (Διαβάστε: 1936 Ελλάδα και Ισπανία εκδόσεις Βιβλιόραμα)

Ο έτερος διανοούμενος ανταποκριτής της «Καθημερινής» στην Ισπανία, ο για πολλούς κορυφαίος της ελληνικής λογοτεχνίας και σίγουρα ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως Έλληνας λογοτέχνης, Νίκος Καζαντζάκης τροφοδοτεί τους αναγνώστες με λογοτεχνικές αφηγήσεις για τις «φρικαλεότητες» των αριστερών που καίνε «ζωντανούς ιερείς, παιδιά και νοικοκυραίους». Γράφει άρθρα με τίτλους όπως: «Αλκάθαρ το Μεσολόγγι της Ισπανίας», τη Σχολή Ευελπίδων της Ισπανίας, εξυμνώντας την αντίσταση των φασιστών αξιωματικών. Και ο μεγάλος λογοτέχνης,αφού πρώτα διαπιστώνει πως «η δημοκρατία έφερε την αναρχία και τη διάλυση» καταλήγει: «Ο φασισμός και ο χιτλερισμός είναι φαινόμενα βαθιά σημαντικότατα άξια του πιο μεγάλου σεβασμού και φόβου […] Ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ είναι δυο μεγάλοι πρωταθλητές που συντελούν με τρόπο τον εδικό τους… να λυθεί το τρομακτικό δράμα που ζούμε». (Διαβάστε : 1936 Ελλάδα και Ισπανία εκδόσεις Βιβλιόραμα )

Πάντως, ολοκληρωμένη εικόνα για την ομοίωση του κοινοβουλευτισμού και όλων των τότε κοινωνικών δομών με τον φασισμό θα έχει κάποιος αν «δει το περιεχόμενο διαφόρων ανακοινώσεων και διακηρύξεων ανοικτής υποστήριξης υπέρ του Φράνκο «επίλεκτων» προσωπικοτήτων των γραμμάτων και της ακαδημαϊκής κοινότητας (Κ. Παλαμάς, Γρ. Ξενόπουλος), αλλά και επιφανών εκπροσώπων σύσσωμου σχεδόν του «εξοστρακισμένου πολιτικού φάσματος», από τον βενιζελισμό έως τη μοναρχική παράταξη (ενδεικτική η περίπτωση του Γ. Στρέιτ) και, τέλος, της εκκλησίας με επίσης ευνοϊκές ανακοινώσεις της Ιεράς Συνόδου υπέρ του Φράνκο». (Φιλιππής Δημήτρης: Οι πειρατές της δημοκρατίας – οι κουρσάροι του φασισμού: Στιγμιότυπα από τον ισπανικό εμφύλιο στη Μεσόγειο).

Όσο αφορά στον Καζαντζάκη, όπως ο ίδιος έλεγε, δεν πίστευε σε τίποτα γιατί ήταν άνθρωπος ελεύθερος. Ως ελεύθερος άνθρωπος, λοιπόν, διετέλεσε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης του Σοφούλη το 1945. Ενώ παλαιοτέρα είχε διοριστεί από τον παρασημοφορημένο από τον Μουσολίνι, Ελευθέριο Βενιζέλο, Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Περιθάλψεως. Πήρε μέρος στην Ελληνική εκστρατεία ενάντια στην Σοβιετική Ένωση, στα πλαίσια της «Μεγάλης Ιδέας», όπου μαζί με τον συνταγματάρχη Ηρακλή Πολεμαρχάκη προσπάθησαν να τραβήξουν τους Έλληνες της περιοχής από την επιρροή των μπολσεβίκων και να ιδρύσουν ένα ελληνοαρμενικό κράτος.

Όμως, είχε αποδεχτεί ο διανοούμενος Καζαντζάκης τον φασισμό; Ήταν έγκυρη η άποψη του για την αξία ανθρώπων όπως ο Χίτλερ, ο Μουσολίνι και ο Φράνκο;

Ο Καζαντζάκης δεν παίρνει θέση υπέρ τους, ανοήτως. Παραγγελίες, μιας κολοσσιαίας κυβερνητικής προπαγανδιστικής γραμμής εκτελούσε παίρνοντας θέση υπέρ των φασιστικών καθεστώτων.

Έτσι κι αλλιώς, ο Καζαντζάκης στην καλύτερη περίπτωση στεκόταν πάντα μακριά από τη ζωή, τους αγώνες, μα και από τα κινήματα του εργαζόμενου λαού. Καθ’ όλη τη διάρκεια της φασιστικής κατοχής, όντας απογοητευμένος, κατά δήλωσή του, ζει απομονωμένος στην Αίγινα κάνοντας αντίσταση… δουλεύοντας πυρετωδώς. Αυτός ήταν λεύτερος άνθρωπος. Εύκαμπτος στη μέθοδο προσέγγισης (ως και ύμνους για τον Λένιν έγραψε) διότι δε ως σπουδαίος διανοούμενος, δεν χρειάζεται απόδειξη. Έφτανε η δήλωση του.

Ο φασισμός ωστόσο δεν ήταν και δεν είναι ένα κίνημα μόνο για φουσκωτούς καραφλούς ηλίθιους. Με τον φασισμό συντάχτηκαν ο Μυριβήλης, ο Μωραϊτίνης αναφανδόν και λίγο πιο επιφυλακτικά ο Καραγάτσης. Άνθρωποι των γραμμάτων και διανοούμενοι, όλοι τους της περίφημης γενιάς του 1930, μεταβλήθηκαν σε ζηλωτές του φασισμού, με τιμητική εξαίρεση τον Κοσμά Πολίτη. […]»

Δημοσιεύθηκε από

Λογοτεχνία και Σκέψη

Λογοτεχνία & Σκέψη: βιβλία, κινηματογράφος, θέατρο, κόμικς, πολιτική και πολιτιστική αρθρογραφία.

Σχολιάστε