Θεόδωρος Μπασιάκος (1963 – 2020): La lutte continue, και άλλα τέσσερα ποιήματα | αφιέρωμα

Ο ποιητής Θεόδωρος Μπασιάκος γεννήθηκε το 1963 και έφυγε από τη ζωή, αλλά όχι και από την ποίηση, στις 19 Ιουλίου. Αντί άλλου σχολίου, και ως ένα μικρό αφιέρωμα, παραθέτω μια σειρά από ποιήματα του. Το πρώτο (La lutte continue) αναδημοσιεύεται από το προσωπικό του προφίλ στο παραπάνω μέσω κοινωνικής δικτύωσης και έχει να κάνει με τη σύντομη, όπως αποδείχθηκε, μάχη του με την «κυρά Αρρώστια», όπως ο ίδιος σχολίαζε. Τα επόμενα είναι από την ποιητική του συλλογή «Κούκου-νιάου» (2017) των εκδόσεων Ενδυμίων και την οποία μπορείτε να διαβάσετε ή/και να κατεβάσετε από εδώ.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

LA LUTTE CONTINUE

Μεσάνυχτα στο νοσοκομείο
Έχω βγει στο μπαλκόνι, σε στάση επαγρύπνησης
Καπνίζω το τελευταίο τσιγάρο της καβάτζας
Με περιτριγυρίζει η ομορφιά του κόσμου, φυτά κι’ αστέρια κι’ όλα
Πλάϊ μου ο σύντροφος, ένα ντερέκι καλοκάγαθο, εργάτης, με τον καθετήρα του παρά πόδας.
Ησυχία.
Εν αναμονή των μεγάλων μαχών.
Αυτή την ώρα αντιλαμβάνομαι τη ζωή ως φρουρά απεργιακή.

Σιγοτραγουδώ Ραούλ Βανεγκέμ, ένα τραγουδάκι πολύ αγαπητό σ’ εμάς τα παιδιά των Λυσσασμένων:
(«la vie s’ecoule, la vie s’enfuit…»)

Πρώτα θα μου βγει η ψυχή και μετά η ποίηση.

(Σαβ. 12/7/20, 1.30 π.μ.)

ΕΝΑΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ. . .

Ουδεμία σχέση!
Εγώ είμαι ο ποιητής Μπασιάκος.
Κι’ από ’δώ, η κυρία γροθιά μου.
Συνεννοηθήκαμε πιστεύω.

ΓΕΙΑ ΧΑΡΑΝΤΑΝ, ΜΟΡΤΕΣ!

Ως γνωστόν, το πεπόνι παγώνει αλλά το παγόνι δεν πεπώνει.
Αυτά, επί τροχάδην, για να μου πάρει τρέχοντας ο αέρας το καπέλο
διότι δεν χρειάζομαι καπέλο εγώ – τί να το κάμω;

ΡΑΚΙ

στον Σταμπάκη

Μ’ αρέσει να τα πίνω με τους σουρρεαλιστές
Είναι γερά ποτίρια
Εντελώς ρώσσοι
Αυτοί άμα πίνουν πίνουν για να μεθύσουν όχι μισές δουλειές
Αυτοί έκαναν την μία από τις δύο μεγάλες επαναστάσεις
του εικοστού αιώνα.
Ο Μπασιάκ ο μάγκας (χαίρετε!)
τους βγάζει το φρανσουαβιγιονικό του καπέλο.

ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΤΙΣ ΤΣΕΠΕΣ, ΞΑΝΑ
– ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ –

Παραείμαι ίσως αψύς ως χαρακτήρας.
Η κουστουμιά του ποιητή
απάνω μου – σκέτη παραφωνία.
Καλά τα λέει ο Κρεμμύδας
στο προ-προτελευταίο τεύχος του «Μανδραγόρα».
Τους στίχους μου σκορπάω εδώ κι’ εκεί, στα καπηλειά
στον άνεμο
σ’ επιθεωρήσεις τέχνης
Κι’ ούτε που με νοιάζει κιόλας.
Είμαι ευχαριστημένος.
Απόψε φουμάρω μια καβαλίνα τρυφερή, ωραιότατη
κι’ απολαμβάνω αλύπητα το ηλιοβασίλεμα.
Μά την παναγία,
αυτή τη γη των προλετάριων πολύ την αγάπησα!
Εδώ λέω ν’ αφίσω τ’ αλήτικα κόκαλά μου!

109943531_3867255066624264_6809714579140954149_n

Βιογραφικό σημείωμα

(όπως το έγραψε ο ίδιος για τις ανάγκες κάποιας έκδοσης και παραθέτει σε ανάρτηση του ο ποιητής και μεταφραστής Γιώργος Κεντρωτής)

Μπασιάκος Θεόδωρος. Αθήνα 1963

Επισήμως έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Μαύρα Μάτια», Πλανόδιον 2006, και παλιότερα τα νεανικά του «22 ποιήματα» και «Πολύ ευγενής», αρχές δεκ.’80. Ποίημά του πρωτοδημοσιεύτηκε στο Νέο Σοσιαλιστή, αριστερό εφημεριδάκι της μεταπολίτευσης. Συνήθως διακινεί τους στίχους του εκτός εμπορίου υπό μορφή μικρών αυτοσχέδιων φυλλαδίων εκτός εμπορίου. Ηλεκτρονικά κυκλοφορεί κι η συλλογή «Κούκου-νιάου», Ενδυμίων 2017 στην δε ομαδική συλλογή «Επ7ά φωνές», Εξιτήριον 2018 συμμετέχει με 7 «γαλλικά» κομμάτια. Ο ίδιος πάντως προτιμά τα λάιβ σε διάφορες αντεργκράουντ μουσικοποιητικές βραδιές της «αριστερής όχθης» των Αθηνών.

 

 

Σχόλιο, επιλογή ποιημάτων: Ειρηναίος Μαράκης

 

Δημοσιεύθηκε από

Λογοτεχνία και Σκέψη

Λογοτεχνία & Σκέψη: βιβλία, κινηματογράφος, θέατρο, κόμικς, πολιτική και πολιτιστική αρθρογραφία.

Σχολιάστε